
Δοκιμάζουμε την Triumph 2000 Mk.1 1963-1969, γητεύοντας τη wannabe μπουρζουαζία
Ολική επαναφορά: Το ντεμπούτο της 2000, τον Οκτώβριο του 1963, έβαλε εκ νέου την Triumph σε μια κατηγορία από την οποία το όνομά της απουσίαζε σχεδόν επί μια δεκαετία, από την εποχή της Renown.


Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα μοντέλα που ντεμπουτάρισε στο Earls Court, στο λονδρέζικο σαλόνι αυτοκινήτου του ’63, ήταν η νέα μπερλίνα της Triumph, η 2000. Σαν σε χορό, Triumph και Rover (με τη δεύτερη μόλις μια εβδομάδα νωρίτερα) λανσάρισαν δύο ολοκαίνουργια μεγάλα αυτοκίνητα, με δίλιτρο μοτέρ και τιμή που τότε ξεπερνούσε στη Βρετανία τις χίλιες στερλίνες -£1.000 για τη Triumph 2000 και £1.300 για τη Rover P6.
Αλλά παρά την ίδια χωρητικότητα των μοτέρ, η 2000 ερχόταν να παίξει στην αγορά με ένα σαφώς πιο ευγενές προφίλ, αν και όχι το ίδιο τεχνολογικά προηγμένο, καθώς ο κινητήρας ήταν 6κύλινδρος και ανέπνεε μέσα από δύο μονά καρμπιρατέρ Stromberg.
Ένα τέτοιο ακριβώς αυτοκίνητο του ’65 δοκιμάζουμε σήμερα και μάλιστα από «πρώτο» χέρι. Έτσι εμπρός μας έχουμε μια πολύ κλασική Triumph 2000, σε Sebring White και με γαλάζιο σαλόνι. Μια μπερλίνα που στη δεκαετία του ’60 έκαιγε καρδιές στην Ελλάδα (μαζί με τη Rover P6), ούσα αυτοκίνητο της αστικής τάξης, καθώς η τιμή της ξεκινούσε από τις 167.000 δραχμές.
Η αναφορά και μόνο των προδιαγραφών μας προϊδεάζει ότι έχουμε να κάνουμε με μια πολυτελή 5θέσια μπερλίνα που τότε απευθυνόταν στον καθημερινό παρά στον απαιτητικό οδηγό. Πολλοί, μεταξύ αυτών κι εγώ, θεωρούν ότι η P6 των Spen King και Gordon Bashford ήταν πιο φινετσάτη από το σχέδιο του Giovanni Michelotti. Aλλά δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι τα διπλά φανάρια στα υπόσκαφα άκρα της μουσούδας έδιναν ξεχωριστό χαρακτήρα –μαζί και η διακριτική (ψεύτικη) εισαγωγή του αέρα που έσπαγε τη μονοτονία του επίπεδου καπό.
Κατά τα λοιπά, τόσο από εμπρός όσο και στη σιλουέτα, η 2000 θα λέγαμε ότι ανέδιδε ελάχιστη επινοητικότητα. Αναμφίλεκτα έχουμε να κάνουμε με ένα μακρύ αυτοκίνητο που, κατά την προσφιλή αισθητική της Triumph αλλά και άλλων κατασκευαστών τότε, το πορτμπαγκάζ κοβόταν κάθετα, ον βαθύ και κοντό, αλλά κυρίως χωρίς πρόβολο δίνοντας μια σπορτίβ νότα στη 2000.
H ώρα της βόλτας στη βρετανική δεκαετία του ’60 με μια 2000 όμως έφτασε. Ανοίγοντας την πόρτα διάπλατα (σε γωνία σχεδόν 90ο), σου τρυπάει τα ρουθούνια μια γνώριμη, παλιακή μυρωδιά που θυμίζει Cortinες και Vauxhall της ίδιας δεκαετίας. Ένα ανακάτεμα από πολυκαιρισμένο, ηλιοκαμμένο πλαστικό, μοκέτα και λούστρο ξύλου.
Το πρώτο συναίσθημα για την καμπίνα είναι ο εντυπωσιασμός. Αλλά αρκεί μια δεύτερη ματιά για να καταλάβεις πως είναι κομμάτι τσίπικη. Αν όχι και ολίγον χυδαία με τον άτεχνο συνδυασμό λουστραρισμένου ξύλου στο ταμπλό και σε φιλέτα στις πόρτες, τις δύο αποχρώσεις ψηλά στο ταμπλό και τα χωνευτά όργανα που περιβάλλονται από ένα φτηνιάρικα χρωμιωμένο πλαίσιο –γαριασμένο πλέον από τα χρόνια.
Η παραπάνω μνεία προφανώς και δεν θα γινόταν αν η 2000 δεν έπαιζε -ή τουλάχιστον ήθελε να το κάνει- στην κατηγορία μιας Mercedes-Benz W110 ή μιας Neue Klasse BMW 2000. Οι οποίες είναι αλήθεια ότι στην Ελλάδα στοίχιζαν τουλάχιστον 11.000 δρχ. παραπάνω.
Η 2000 είναι ένα φουλ 5θέσιο αυτοκίνητο με τρεις ενηλίκους να κάθονται αρχοντικά στο πίσω κάθισμα -ή δύο, ξεκουράζοντας το ένα χέρι στο στάνταρ υποβραχιόνιο. Τα εμπρός καθίσματα -με το ενοχλητικά κοντό έδρανο- είναι δύο, ξεχωριστά, με το τούνελ μετάδοσης ανάμεσά τους και ρυθμίζονται τόσο σε απόσταση όσο στην κλίση της πλάτης. Από την άλλη, υπάρχει ένα οριζόντιο σίδερο στην πλάτη που κάποιες στιγμές το νιώθεις, ενώ με την εξωτερική θερμοκρασία στους 27ο όταν οδηγήσαμε το αυτοκίνητο, η πλαστική «ταπετσαρία» στα καθίσματα μας έλουσε στον ιδρώτα.
Ο οδηγός έχει εμπρός του ένα λεπτό, κοκάλινο τιμόνι, ενώ τα πεντάλ τα «σπρώχνει» το φαρδύ τούνελ μετάδοσης προς τα αριστερά. Τοποθέτηση που απαιτεί μια μικρή εξοικείωση για να μην πατήσεις γκάζι αντί για φρένο –μαζί και ο μοχλίσκος των φλας που βρίσκεται στα δεξιά (!) και ευτυχώς έχει επαναφορά. Κατά τα λοιπά, οι πλευρικοί καθρέφτες έχουν μικρό εύρος και περίεργο βάθος πεδίου, αλλά με τη χαμηλή βασική γραμμή, τις λεπτές κολόνες και την έλλειψη προσκέφαλων, αρκεί ένα «Messerschmitt kick neck» για να ελέγξεις με επάρκεια τι συμβαίνει πλάι και στις τυφλές γωνίες.
Ο κινητήρας έρχεται εύκολα στη ζωή και τις καλές μέρες δεν χρειάζεται σχεδόν καθόλου τσοκ. Τα πεντάλ κάθονται αρκετά ψηλά και το αμπραγιάζ έχει σημαντικό βάρος. Ο λεβιές του σασμάν πέφτει ακριβώς στο χέρι σου, αλλά η ίδια η λειτουργία του είναι πολύ μηχανική, σκληρή, ο συγχρονισμός αργός, ενώ την 3η σπάνια την πετυχαίνεις με μια κίνηση από τη 2η.
Το δίλιτρο 6κύλινδο μοτέρ δείχνει πρόθυμο και ελαστικό. Αν και το τελευταίο είναι κάτι που δεν μπορείς να το αξιολογήσεις στην πραγματική του έκταση, καθώς το σασμάν έχει κοντό γρανάζωμα. Στον δρόμο, η 2000 πηγαίνει αυτό που λέμε «ωραία». Η κύλιση είναι μεν άνετη, αλλά νιώθεις ότι έχεις να κάνεις με ένα μπροστόβαρο αυτοκίνητο -που είναι. Το βαρύ τιμόνι (ειδικά κοντά στα τέρματα) με τη λαστιχένια αίσθηση δεν έχει τζόγους, οι παρασιτικές αντιδράσεις από τις ανωμαλίες είναι περιορισμένες και η επαναφορά του απροσδόκητα ισχυρή.
Πιέζοντας τη μεγάλη Triumph, έχει την τάση να πάει με τα μούτρα στις γρήγορες και μεσαίες στροφές. Κι εδώ δεν βοηθά ούτε το πολύστροφο τιμόνι -που χρειάζεται για την περίπτωση και μπόλικη δύναμη- ούτε το μοτέρ που του λείπει ισχύς για να προσεγγίσεις την ευκταία κινητική ισορροπία με τον πίσω άξονα. Πάντως σημαντικό ρόλο στην εν γένει καλή συμπεριφορά παίζει ότι η 2000 δεν γέρνει ιδιαίτερα στις στροφές.
Με όλα τα παραπάνω ίσως θα περιμένατε ένα αρνητικό επίλογο. Αλλά δεν πρόκειται. Προφανώς, η στήλη αυτή δεν αποτελεί αγιογραφία του κλασικού motoring. Για κάτι τέτοιο υπάρχουν άλλα περιοδικά και ιστότοποι, ενδεχομένως με πιο νοσταλγική και λυρική προσέγγιση. Εμείς, προς ενημέρωση και κάποιων φίλων που μας εγκάλεσαν ότι κάνουμε πολλές φορές παρουσίαση λες και πρόκειται για σύγχρονα αυτοκίνητα, αυτό ακριβώς κάνουμε. Κάνουμε μια ετεροχρονισμένη δοκιμή, με τα τότε δεδομένα, αλλά και τη γνώση των σημερινών.
Στο διά ταύτα λοιπόν, στα μέσα της δεκαετίας του ’60 υπήρχαν καλύτερες μπερλίνες για τον σπόρτσμαν οδηγό… Καλύτερες για τον κομψευόμενο και πιο ακριβές και πολυτελείς για την εκ γενετής μπουρζουαζία αλλά και τους μη Βρετανούς bourgeois gentilhommes. Το Leyland Group όμως έδωσε με τον βρετανικό τρόπο και σε ανταγωνιστική τιμή μια καλά εξοπλισμένη, καλά μελετημένη, ευρύχωρη 6κύλινδρη Triumph 2000. Συστατικά ικανά για να συνθέσουν ένα εξαιρετικό αυτοκίνητο.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Triumph 2000 Roadster 1948-1949
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Triumph TR3 1955-1962
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Triumph Herald Convertible 1960-1971
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Triumph TR4 1961-1965
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Triumph Spitfire 4 (Mk.1) 1962-1965
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Triumph GT6 1966-1972
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Triumph TR6 1968-1976
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ Δοκιμάζουμε το Triumph Spitfire 1500 1974-1980
H Triumph 2000 Mk.1 σε αριθμούς
ΑΜΑΞΩΜΑ
Πλαίσιο Ατσάλινο, αυτοφερόμενο
Καροσερί 4πορτη, μπερλίνα
Διαστάσεις 4.415 mm x 1.650 mm x 1.420 mm
Μετατρόχιο εμπρός-πίσω 1.320 mm - 1.280 mm
Μεταξόνιο 2.690 mm
Βάρος 1.170 kg
Ρεζερβουάρ 64 lt
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Κωδικός MB1
Τύπος Ατμοσφαιρικός
Θέση Εμπρός, κατά το διάμηκες
Υλικό Κορμός και καπάκι από χυτοσίδηρο
Κύλινδροι Έξι σε σειρά
Χωρητικότητα 1.998 cc
Διάμετρος x διαδρομή 76 mm x 74,7 mm Εκκεντροφόροι Ένας πλάγιος
Bαλβίδες Δύο επικεφαλής ανά κύλινδρο
Συμπίεση 8,5:1
Τροφοδοσία Δύο μονά καρμπιρατέρ Stromberg 150 CD–7A
Μέγιστη ισχύς 91 PS/5.000 rpm
Μέγιστη ροπή 158 Nm/2.900 rpm
ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Τύπος 12βολτο
Δυναμό 25A, Lucas C40L
Εναλλάκτης 28Α, Lucas 15AC
Ανάφλεξη Συμβατική, με πλατίνες και ντριστριμπιτέρ, Lucas 25 D6
Μίζα Lucas M35G
ΣΥΣΤΗΜΑ ΛΙΠΑΝΣΗΣ
Τύπος Υπό πίεση, 40 έως 60 psi @ 2.000 rpm
Χωρητικότητα 5,1 lt
ΣΥΣΤΗΜΑ ΨΥΞΗΣ
Tύπος Υγρόψυκτο
Χωρητικότητα 7,7 lt
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Στους πίσω τροχούς
Συμπλέκτης Ξηρός μονόδισκος
Κιβώτιο Standard-Triumph, 4τάχυτο+όπισθεν (έξτρα overdrive Laycock de Normanville type A)
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Εμπρός Ανεξάρτητη, ψαλίδια, ελικοειδή ελατήρια-αμορτισέρ, αντιστρεπτική ράβδος
Πίσω Ανεξάρτητη, λοξά ψαλίδια (ημί-αιωρούμενοι βραχίονες), ελατήρια, αμορτισέρ
Ζάντες Ατσάλινες 4,5J x 13”
Λάστιχα 175 SR13 ράντιαλ
ΦΡΕΝΑ
Τύπος Υδραυλικά χωρίς υποβοήθηση κενού (σέρβο)
Εμπρός Δίσκοι 248 mm
Πίσω Ταμπούρα 229 mm
Χειρόφρενο Μηχανικό, στα πίσω ταμπούρα
ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
Τύπος Μηχανική κρεμαγέρα της Alford and Alder
Στροφές τιμονιού 4,0
Κύκλος στροφής 9,75 m (μεταξύ πεζοδρομίων)
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Τελική ταχύτητα 155 km/h
0-100 km/h 15,3”
0-400 m 19,6” @ 117 km/h
0-1.000 m 36,8” @ 140 km/h
Μέση κατανάλωση 9,2 lt/100 km
ΤΙΜΗ
Τιμή σήμερα €10.000-€12.000 (πολύ καλή κατάσταση)