Βέγγος

Βέγγος

Ας πούμε πως η Ελλάδα δεν είναι αυτή που όλοι ξέρουμε. Πως είχε δική της αυτοκινητοβιομηχανία η οποία εκτός των άλλων παρήγε και ένα εξαιρετικών δυνατοτήτων σπορ αυτοκίνητο. Πώς θα το ονομάζαμε;

Φαντάζομαι πως δεν θα υπήρχε πιο πρόσφορο όνομα. Ένα αυτοκίνητο με τη γρηγοράδα και την αντοχή του...
Δυστυχώς για την Ελλάδα ποτέ δεν είχε και ποτέ δεν θα έχει τη δυνατότητα να κατασκευάσει ένα σπορ αυτοκίνητο. Τουλάχιστον είχαμε μαζί μας τόσα χρόνια, να μας κάνει την τιμή να τον αποκαλούμε συμπατριώτη, τον Βέγγο.
Τους τελευταίους μήνες, από κάποια παράξενη κακότυχη σύμπτωση βλέπω τους πραγματικά άξιους ετούτου του τόπου να μας χαιρετάνε. Και το πραγματικό μέτρο της μεγαλοσύνης τους είναι ότι όσο αθόρυβοι και σεμνοί ήταν στη ζωή τους, τόσο μεγαλειώδες υπήρξε το έργο τους. Πρώτα ο Ρασούλης, μετά ο Παπάζογλου και λίγες μέρες πριν ο μέγιστος Βέγγος. Ο άνθρωπος που σφράγισε με τις ατάκες του τις πιο γλυκές αναμνήσεις μας. Ο ηθοποιός που τίμησε το επάγγελμά του: Ποίησε ήθος. Εξύψωσε σε επίπεδο αγιοσύνης αυτόν που παλεύει να τα βγάλει πέρα, που πουλάει τα πάντα για να ζήσει, όμως δεν πουλιέται ποτέ.
Ο Βέγγος. Όχι μάλλον κάνω λάθος. Αν ήταν αυτοκίνητο δεν θα μπορούσε να είναι ένα σπορ μοντέλο. Δεν θα ήθελε αυτό το αυτοκίνητο να το οδηγούν οι κονομημένοι φοροφυγάδες νεόπλουτοι που ιδέα δεν έχουν πόση δουλειά, πόσο τρέξιμο, πόση φαιά ουσία, πόσο μεράκι και αγωνία, πόσο σημαντικότεροι άνθρωποι -σε όλα τα επίπεδα-  από τον ίδιο αγωνίστηκαν για να μπορέσει να το αγοράσουν και να εξαγοράσουν μ’ αυτό την κοινωνική αναγνώριση που (δεν) τους αξίζει.
Ο Βέγγος θα ήθελε να είναι το αυτοκίνητο που τρέχει να καλύψει τις αγωνίες και το μόχθο του οδηγού του. Το αυτοκίνητο που δεν θα πουλήσει μούρη, αλλά και δεν θα τον πουλήσει ποτέ.
Αυτός ο αεικίνητος αχθοφόρος της αγωνίας για επιβίωση ενός ολόκληρου λαού, τελικά μας έχει στιγματίσει περισσότερο απ’ όσο πιστεύαμε. Στις περιστροφές γύρω από τον άξονά του, στο ατελείωτο πηγαινέλα του, στην προσπάθεια που καταβάλλει να εξυψωθεί πάνω από τις δυσκολίες, βλέπουμε τη ζωή μας στον καθρέφτη. Ειδικά τώρα, που οι παρωπίδες έχουν πέσει και ξαφνικά αντιλαμβανόμαστε τη ζωή όπως ο Βέγγος την είδε χρόνια πριν και μας προειδοποιούσε. Μας προειδοποιούσε και δεν το καταλαβαίναμε. Όταν φώναζε : «ε, τουρκόγυφτοι, εσείς οι από πάνω, προσέχτε τους αποκάτω», όταν έτρεχε με σπασμένα φρένα και ρωτούσε αγωνιωδώς «ξέρεις από βέσπα;», όταν γύριζε αδέκαρος μετανάστης από τη Γερμανία μέσα σε φορτηγό από κρέατα, όταν σκότωνε με έναν πυροβολισμό στο κεφάλι τον λαθροκυνηγό που σκότωσε την τελευταία νανόχηνα.
Και τώρα όλοι τρέχουμε σαν το Βέγγο. Μόνο που έχω την αίσθηση πως εμείς τρέχουμε στα τυφλά, χωρίς να προσπαθούμε να σώσουμε, όπως εκείνος που ήθελε να σώσει όλο τον κόσμο, αλλά να σωθούμε. Έχουμε διαφορετικά ελατήρια. Εκείνον τον κινούσε η αγάπη και η συμπόνια, τον κινούσε η ανάγκη για πλάκα και γέλιο αυθόρμητο, χωρίς υστεροβουλία, χωρίς κακία. Ακόμα και όταν έτριβε τη μακαρονάδα στο πρόσωπο του μικρού, του έβγαινε μια ιερή αγανάκτηση. Ακόμα κι εκεί ήταν διδακτικός. Ο Βέγγος ακόμα και τώρα με το θάνατό του μας μαθαίνει πως οι πετυχημένοι άνθρωποι σε μια κοινωνία, οι αληθινά μεγάλοι δεν έχουν ανάγκη καμία συνέντευξη, καμία εκπομπή του κώλου για να αναδειχθούν. Δεν κάνουν παντιέρα τη ζωή τους, μιλάνε με τη δουλειά.
Στο μεταξύ όλοι οι άνθρωποι που τρέχουν σαν τον Βέγγο μέσα σε μια κοινωνία παρηκμασμένη για να σώσουν οτιδήποτε αν σώζεται, μπορούν να κλείνουν συνωμοτικά ο ένας στον άλλον το μάτι και να κάνουν υπομονή. Αυτό το ατελείωτο τρεχαλητό τελικά αποδίδει –στη σωτηρία της ψυχής. Ο Θανάσης μας το έμαθε αυτό...

Ακολουθήστε το DRIVE στο Google News και τα Social Media
 

Google NewsFacebookTwitterInstagramYouTube